Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2015

M. Heidegger: Είναι και Χρόνος (8)





Martin Heidegger
(1889-1976)

ΕΙΝΑΙ  ΚΑΙ  ΧΡΟΝΟΣ
Κεφάλαιο Tέταρτο

Πώς κουβεντιάζεται
η αυθεντικότητα και η αναυθετικότητα του εαυτού;


Μια επισκόπηση

Το τέταρτο κεφάλαιο του Είναι και Χρόνος φέρει τον γενικό τίτλο:

Το εντός-του-κόσμου-Είναι ως Συνείναι και εαυτότητα.
Το «τις»/οι «πολλοί».
(Das In-der-Welt-sein als Mit-und Selbstsein. Das “Man”)

I. Με μια πρώτη ματιά ο τίτλος μας λέει πως «το εντός του κόσμου Είναι», το ενδοκοσμικό μας Είναι ή, με άλλα λόγια, η καθημερινή ύπαρξη, η ύπαρξή μας μέσα στην καθημερινότητα, μέσα στην εγκοσμιότητα, δεν είναι ποτέ μοναχική, αλλά πάντοτε παρούσα ως συνύπαρξη, ως ένα Συν-είναι (Mitsein). Βρισκόμαστε στο κέντρο της κοσμικότητας του κόσμου. Εάν αυτή-εδώ δεν μας εγκαταλείπει ποτέ –είτε θέλουμε είτε όχι– και η ερμηνευτική διείσδυση σ’ αυτήν μας φέρνει αντιμέτωπους με τον κόσμο των φαινομένων, η ύπαρξή μας μέσα στον καθημερινό κόσμο ανήκει, πάνω απ’ όλα, στα θεμελιακά οργανικά στοιχεία που συγκροτούν αυτή την ενδο-κοσμικότητα (In-der-Welt-sein). Ως τέτοιο στοιχείο συνιστά καίριο κοινωνικό φαινόμενο. Κοινωνικό όχι με κάποιο κοινωνιολογικό νόημα: ως μια ταξική ή διυποκειμενική σχέση ανάμεσα σε δυο ατομικά ή συλλογικά υποκείμενα, αλλά α) καθαρώς φαινομενολογικά: το Dasein ως τι είδους κοινωνικό φαινόμενο είναι εν γένειˑ και β) κοινωνικώς οντολογικά: το Dasein ως σχετιζόμενο με το Είναι, καθώς η υπαρκτική του φύση, δηλαδή η φύση του, η ουσία του ως ύπαρξη, προορίζεται να είναι με τους άλλους, να συνυπάρχει με τους πολλούς, με το ανώνυμο πλήθος. Η συνύπαρξη τούτη έχει τη ρίζα της μέσα σε ένα ανώνυμο πλήθος, μέσα στην ανωνυμία των πολλών, από την οποία δεν μπορεί να αποκοπεί ή να ξεφύγει με κανέναν τρόπο. Γι’ αυτό και ρίχνεται, απορροφάται μέσα στον κόσμο.

ΙΙ. Κατευθυντήριος ορίζοντας ερμηνείας και κατανόησης των τριών παραγράφων (§§§25, 26, 27) που συνθέτουν το τέταρτο κεφάλαιο του Είναι και Χρόνος είναι η υπαρκτική διαφορά ανάμεσα στον αυθεντικό και αναυθεντικό Εαυτό. Ο Χάιντεγκερ διαγιγνώσκει πως η κοσμικότητα του κόσμου, σε επίπεδο ύπαρξης, δεν μπορεί να κατανοηθεί επαρκώς, εάν μένει αναπάντητο το ερώτημα: ποιος είναι αυτό, που στην καθημερινότητα είναι το Dasein; Γιατί κάθε περαιτέρω κατανόηση απαιτεί μια βαθιά ενασχόληση με το ερώτημα: ποιος είναι το Dasein; Επειδή το Dasein όχι μόνο βρίσκεται καθημερινά μέσα στον κόσμο, αλλά σχετίζεται με αυτόν, συναρπάζεται απ’ αυτόν. Καθ’ όλη αυτή τη σχεσιακή του κίνηση, κυρίαρχο είδος παραμένει το Είναι, γι’ αυτό και το φαινόμενο που δίνει απάντηση στο «ποιος;», όπως και όλες οι άλλες  δομές του Είναι αυτού του Dasein, ανήκει στους τρόπους του Είναι του.   

III. Οι τρόποι του Είναι, δηλαδή οι τρόποι, με τους οποίους έρχεται σε παρουσία το Είναι, δεν είναι τίποτε άλλο παρά φανερώσεις του ίδιου του Dasein, του ανθρώπου ως υπαρκτικής οντότητας. Έτσι το Dasein κατορθώνει –με τα εγγενή του στοιχεία, όπως η αλήθεια ως α-λήθεια [=μη λήθη] και ο λόγος: το λέγειν και η γλώσσα– να είναι κάτι το διακεκριμένο, το έξοχο. Ακριβώς ετούτη η  εξοχότητα είναι που του προσδίδει τη δέουσα, τη σίγουρη, τη βέβαιη προτεραιότητα έναντι των άλλων όντων. Από εδώ προκύπτει πως αυτό το Dasein, ο άνθρωπος ως τέτοιος, είναι ό,τι είναι, επειδή καθορίζεται από το προνόμιο της ύπαρξηςˑ και μόνο ως τέτοια ύπαρξη υπερέχει οντολογικά έναντι των άλλων όντωνˑ «υπερέχει οντολογικά» σημαίνει ότι ως ον έχει λόγο για το Είναι (=οντο-λογικά), δηλαδή ρωτά για το νόημα του Είναι: διανοίγεται στην κατανόησή του. Μια τέτοια διάνοιξη ωστόσο δεν προϋποθέτει εγκατάλειψη του Εαυτού, απώλειά του μέσα στην καθημερινή χαύνωση, κάτι σαν την απερίγραπτη αποχαύνωση του τρέχοντος καθεστωτικού προσωπικού της Ελλάδας και των διανοουμενίστικων υπηρετών του. Απεναντίας είναι διάνοιξη και προς εαυτόν ή πρωτίστως προς εαυτόν.

IV. Κατ’ αυτή τη διάνοιξη λοιπόν η εν λόγω κατανόηση εκτυλίσσεται συγχρόνως και ως κατανόηση του ατομικού Είναι, τουτέστι ως αυτοκατανόηση. Όταν ρωτάμε για το Είναι, μαθαίνουμε να γινόμαστε αυτοί που είμαστε ή, με άλλα λόγια, ρωτάμε για την ουσία της ύπαρξής μας, ζητούμε να μαθαίνουμε για ετούτη από αυτό για το οποίο ρωτάμε, δηλαδή από το Είναι. Το Είναι συμβαίνει να μας προσ/ς-καλεί και εμείς προσ/ςερχόμαστε. Π.χ. Κάθε ανθρώπινο ον που δημιουργεί, που γίνεται δημιουργός στην πορεία της ζωής του, το κατορθώνει αυτό, γιατί καλείται, προσ/ς καλείται από το Είναι του, δηλαδή έλκεται, μαγεύεται, συναρπάζεται απ’ αυτό, για το οποίο αγωνίζεται με όλες τις δυνάμεις του Dasein του. Πόσα και πόσα ανθρώπινα άτομα δεν χάνουν τον προσανατολισμό τους μέσα στη ζωή, γιατί δεν ανακαλύπτουν έγκαιρα το ταλέντο τους, δηλαδή δεν αναγνωρίζουν και δεν ακολουθούν τη φωνή, την προσ/ς-κληση του Είναι τους. Τούτο υποδηλώνει, μεταξύ των άλλων, πως το Dasein μας, ακόμη κι αν είναι κλεισμένο ή αποκλεισμένο σε έναν χώρο, σε ένα Da, δεν παύει να ανήκει στις δυνατότητές του να διανοίγεται προς εαυτόν και τους άλλους. Η δυνατότητά του για [=να] Είναι καθορίζει, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, και τη δυνατότητά του να είναι αυθεντικός ή μη-αυθεντικός Εαυτός.